Σχετικά με τις εξελίξεις περί τα Οικονομικά, θα γράψω 2 - 3 αρθράκια.
Ξεκινώ με κάτι που είχα γράψει και είχα στείλει σε μια παρέα φίλων τον Ιούνιο του 2005, προσπαθώντας να προσεγγίσω το φαινόμενο Ο.Ν.Ε. - Ε.Ε. και με αφορμή την καταψήφιση τότε, του ευρωσυντάγματος:
Οι δύο απανωτές απορρίψεις του Ευρωσυντάγματος, επιβεβαιώνουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τη σοβαρότατη κρίση ταυτότητας της Ε.Ε. – Ο.Ν.Ε.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
Η ΕΟΚ ιδρύεται το 1957, από τον στενό πυρήνα χωρών της Κεντρικής Ευρώπης. Οι στόχοι είναι η δημιουργία μιας ενιαίας εσωτερικής αγοράς και το ξεπέρασμα του πολεμικού συνδρόμου των δύο παγκοσμίων πολέμων. Βέβαια κάποιοι θεωρούν ότι πολύ απλά η ΕΟΚ ήταν δημιούργημα των ΗΠΑ, προκειμένου να ανακόψουν πιθανή διεύρυνση της ΕΣΣΔ στην Ευρώπη. Τα περί εσωτερικής αγοράς παρέμειναν ουσιαστικά ανενεργά στον τομέα των υπηρεσιών και των χρηματοοικονομικών έως και 30 χρόνια μετά. Κατά τα μέσα της δεκαετίας 80, και στα πλαίσια της κυριαρχίας του φιλελευθερισμού (Ρήγκαν, Θάτσερ) ξεκινά ενεργά η ενοποίηση στους τομείς κίνησης κεφαλαίων – χρηματοοικονομικών και τίθεται ως στόχος ορόσημο η ολοκλήρωση σημαντικών βημάτων έως το 1992. Εν τω μεταξύ αναπτύσσεται η ιδέα της δημιουργίας νομισματικής ένωσης – κοινού νομίσματος, που θα λάβει θεσμική υπόσταση με τη συμφωνία Μάαστριχτ (1992), όπου και συμφωνείται η εισαγωγή κοινού νομίσματος σε τρείς φάσεις (έως 1999). Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Θα ήθελα να σταθώ στο θεωρητικό – ιδεολογικό υπόβαθρο της συγκεκριμένης προσέγγισης. Επιχειρήθηκε η λειτουργία κοινού νομίσματος σε ένα σύνολο ανεξαρτήτων κρατών, με κοινή νομισματική πολιτική – κοινό επιτόκιο, και συντονισμό των δημοσιονομικών πολιτικών (τα γνωστά κριτήρια του ελλείμματος – χρέους που δεν πρέπει να υπερβαίνει σε κάθε χώρα κάποιο ενιαίο όριο). Εδώ ξεκινούν τα προβλήματα. Όπως είναι γνωστό, όταν μια εθνική οικονομία, δεν έχει τη δυνατότητα άσκησης εθνικής συναλλαγματικής και νομισματικής πολιτικής και προκειμένου να προσαρμόζεται στην ενιαία συναλλαγματική – νομισματική πολιτική, πρέπει να μπορεί τουλάχιστο να χρησιμοποιεί τη δημοσιονομική πολιτική. Όταν και αυτή είναι δογματικά περιορισμένη, τότε τι γίνεται; Δηλαδή μια χώρα που βρίσκεται σε ύφεση, πρέπει να μπορεί να ασκήσει πιο ακτιβιστική δημοσιονομική πολιτική προκειμένου να φουλάρει την οικονομία, δεδομένου ότι δε μπορεί να χαμηλώσει τα επιτόκια ούτε να αλλάξει τη συναλλαγματική ισοτιμία. Αντίθετα μια άλλη χώρα που βρίσκεται σε υπερθέρμανση, πρέπει να ασκήσει περιοριστική δημοσιονομική πολιτική. Κάτι τέτοιο όμως θα ξέφευγε από τις σκληρές λογικές που επικράτησαν από το 1992. Βέβαια οι θιασώτες του Μααστριχτ, ισχυρίζονται ότι το σύστημα μπορεί να ισορροπίσει καθώς θα αναπτύσσεται η ενιαία αγορά και θα γίνονται διαθρωτικές αλλαγές. Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο. Ενώ μέχρι το 1999, υπήρχε όντως σύγκλιση των οικονομιών προς τα κριτήρια του Μααστριχτ, μετά το 1999 άρχισε να παρατηρείται εκ νέου απόκλιση. Έτσι έχουμε συνεχή ύφεση στη Γερμανία, συνεχή πιστωτική επέκταση και διέυρυνση ελλειμμάτων στην Ελλάδα. Είναι λοιπόν σαφές ότι το Ευρώ δε λειτουργεί σύμφωνα με το μονεταριστικό ορθόδοξο θεωρητικό υπόδεριγμα. Γίνεται κατανοητό ότι πρέπει να προχωρήσει η Ευρώπη διαφορετικά, με πολιτική ενοποίηση, ενδυνάμωση του πολιτικού κέντρου, έτσι ώστε να επιτευχθεί πιο αποτελεσματικός οικονομικός συντονισμός. Είναι όμως αργά. Οι λαοί έχουν ήδη γευθεί την κακή εικόνα. Το αποτέλεσμα των συμβιβασμών ήταν ένα ουδέτερο κείμενο που δε συγκίνησα τους λαούς. Εάν σε όλα αυτά πρόσθέσουμε και τη διεύρυνση, που μόνο προβλήματα δημιουργεί, και υλοποιείται αποκλειστικά για γεωπολιτικούς λόγους (να προλάβουν οι ΗΠΑ τον Πούτιν), ή στα πλαίσια του κοντόθορου και αποτυχημένου θεωρητικού υποδείγματος, τότε κατανοούμε πως φτάσαμε στην απόρριψη. Η απόρριψη ήταν αριστερή, πρωτοστάτησαν τα σοσιαλιστικά κόμματα σε Γαλλία και Ολλανδία, αποστασιούμενα από τις ηγεσίες τους, και αυτό είναι σοβαρότατο μήνυμα με πολλούς αποδέκτες.
Η κατάσταση ειδικά για την Ελλάδα, είναι δύσκολη. Κανονικά τόσο η Ελλάδα, όσο η Πορτογαλία και η Ιταλία, δε μπορούν να συμμετεχουν σε κανένα ενιαίο νόμισμα. Το επίπεδο ανάπτυξης τους δεν το επιτρέπει. Το ενιάιο νόμισμα κατά τη γνώμη μου έχει δημιουργήσει σειρά στρεβλώσεων στην ελληνκή οκονομία. Τα παράπλευρα οφέλη θα μπορούσαν να είχαν επιτευχθεί ούτως ή άλλως στα πλαίσια μιας πιο δομημένης και ουσιαστικής – πραγματικής σύγκλισης. Εύχομαι βέβαια να έχω άδικο. Υπάρχει βέβαια και το θέμα της Τουρκίας, που μπορεί να αποτελέσει και πάλι εστία σοβαρών επιπλοκών, αλλά και το μέλλον της ένταξης των Βαλκανίων γειτόνων. Εκτός από τις οικονομικές επιπτώσεις μπορεί να έχουμε και γεωπολιτικές.
Ήδη ακούγονται και γράφονται πολλά για διάλυση της ΟΝΕ και του Ευρώ, διάλυση και της ίδιας της Ε.Ε. Εάν γίνει κάτι τέτοιο τότε θα δικαιωθούν αυτοί που έλεγαν ότι η ΕΟΚ είναι χαράκωμα στο ανατολικό μέτωπο. Με το που κλείνει το μέτωπο, «χώνουμε» και το χαράκωμα. Με αυτή τη λογική, μόνο ο Πούτιν μπορεί να σώσει την Ε.Ε. Η ειρωνία είναι ότι Αμερικανοί πάντα έλεγαν ότι το Ευρώ δε θα μπορέσει να λειτουργήσει εάν δεν επιτευχθεί πολιτική ενοποίηση. Αλλά οι Ευρωπαίοι φαίνεται να έσκαψαν οι ίδιοι το λάκο τους.
Κλείνοντας να ευχηθώ όλα αυτά να είναι μια ευφάνταστη ιστοριούλα, την οποία έγραψα έτσι για να περάσει η ώρα.
2 σχόλια:
Από τότε, πολύ εύστοχες οι παρατηρήσεις σου.
Βέβαια, για να είμαστε ειλικρινείς, αυτά ήταν και είναι αυτονόητα!
Απορώ που δεν τα έβλεπαν, ή έκαναν πως δεν τα έβλεπαν οι "φωστήρες της οικονομίας" μας...
Και μπορεί απ' την μπακάλικη καραμανλική συμμορία να μην έχω καμία απαίτηση, αλλά το επιτελείο του Σημίτη έπρεπε να τα είχε λάβει υπ' όψη του και να μεριμνήσει για το συμφέρον της δικής μας οικονομίας...
Άσκαρ,
Ο Σημίτης ήταν "σημείο των καιρών". Έκανε αυτά που γίνινταν παντού, η κυρίαρχη ιδεολογία, βλέπεις...
Δημοσίευση σχολίου